Σήμερα η εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Φλώρου και Λαύρου.
Ὁ ἅγιος Φλῶρος καὶ ὁ δίδυμος ἀδελφὸς τοῦ Λαῦρος ἔζησαν ἐπὶ βασιλείας Ἀδριανοῦ (117-138). Ἀσκοῦσαν τὴν τέχνη τοῦ λιθοξόου, τὴν ὁποία εἶχαν μάθει στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πάτροκλο καὶ Μάξιμο. Ἔχοντας λάβει ἐπίσης ἀπὸ τοὺς διδασκάλους τους τὰ σπέρματα τῆς εὐσεβείας, ἔθεσαν τὴν τέχνη τους στὴν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ καὶ ὅταν πελεκοῦσαν τὴν πέτρα γιὰ νὰ τῆς δώσουν μορφὴ καὶ χάρη, εἶχαν ἐπίγνωση ὅτι ἐργάζονταν στὴν πραγματικότητα πάνω στὴν ψυχὴ τους μὲ σκοπὸ νὰ τὴν ἐκλεπτύνουν ἀφαιρώντας τὰ πάθη της καὶ νὰ τὴν κάνουν νὰ λάμπει μὲ τὴν θεοείδειά της διὰ τῶν ἁγίων ἀρετῶν.
Ὅταν οἱ δάσκαλοί τους, Πάτροκλος καὶ Μάξιμος, μαρτύρησαν, ἐγκατέλειψαν τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ πῆγαν νὰ ἐγκατασταθοῦν σὲ μία πόλη, Ούλπιανά καλούμενη, στὴν ἐπαρχία τῆς Ἰλλυρίας. Φθάνοντας ἐκεῖ ζήτησαν ἀπὸ τὸν διοικητὴ Λύκωνα τὴν ἄδεια νὰ ἐκμεταλλευτοῦν τὰ λατομεῖα καὶ νὰ βγάλουν πέτρα κατάλληλη γιὰ λάξευση. Ἀπέκτησαν καλὴ φήμη μὲ τὴν δουλειὰ τους καὶ κλήθηκαν ἀπὸ τὸν Λικίνιο, γιὸ τῆς αὐτοκράτειρας, γιὰ νὰ τοὺς ἐμπιστευτεῖ σημαντικὸ χρηματικὸ ποσὸ προκειμένου νὰ κτίσουν ἕναν ναὸ πρὸς τιμὴν τῶν εἰδώλων, τὸν ὁποῖο εἶχε σχεδιάσει ὁ ἴδιος.
Οἱ ἅγιοι προσποιήθηκαν ὅτι δέχθηκαν τὴν πρόταση, ἀλλὰ μοίρασαν εὐθὺς τὰ χρήματα στοὺς φτωχούς. Περνώντας τὶς νύχτες τους προσευχόμενοι, ἐργάζονταν τὴν ἡμέρα στὴν ἀνοικοδόμηση τοῦ ναοῦ βοηθούμενοι ἀπὸ ἕναν ἄγγελο σταλμένο ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἕναν ἱερέα τῶν εἰδώλων, τὸν Μερέντιο (ἢ Ἀλέξανδρο), τὸν γιὸ τοῦ ὁποίου εἶχαν θεραπεύσει οἱ ἅγιοι ἀπὸ τὸ τραῦμα ποὺ τοῦ εἶχε προκαλέσει στὸ μάτι ἕνα θραῦσμα πέτρας. Τὸ ἔργο προχώρησε γρήγορα καὶ ὁλοκληρώθηκε, ἐνῶ τὰ ἀγάλματα τῶν θεῶν ἐγκαταστάθηκαν στὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ναοῦ.
Οἱ ἅγιοι συγκέντρωσαν τότε τοὺς φτωχοὺς ποὺ εἶχαν ὠφεληθεῖ ἀπὸ τὶς ἀγαθοεργίες τους καὶ ὅλοι μαζὶ δένοντας σχοινιὰ στὰ ἀγάλματα τὰ γκρέμισαν. Έπειτα ανάψαντες φώτα πολλά, εγκαινίασαν τον Nαόν, και αφιέρωσαν αυτόν εις τον Xριστόν, λέγοντες και το τροπάριον των εγκαινίων, δηλαδή το «Δόξα σοι Xριστέ ο Θεός, Aποστόλων καύχημα, Mαρτύρων αγαλλίαμα». Μπροστά δε επροπορεύετο ο τίμιος Σταυρός.
Μόλις ἔμαθε τὸ νέο ὁ Λικίνιος, ἐξοργισμένος διέταξε νὰ ἀνάψουν ἕνα μεγάλο καμίνι καὶ νὰ κάψουν ζωντανοὺς τοὺς φτωχοὺς ποὺ εἶχαν συνεργαστεῖ μὲ τὸν Φλῶρο καὶ τὸν Λαύρο. Ὅσο γι’ αὐτοὺς τοὺς τελευταίους, πρόσταξε νὰ τοὺς δέσουν στὶς ρόδες ἑνὸς ἅρματος καὶ νὰ τοὺς μαστιγώσουν ἀνελέητα. Μπροστὰ στὴν καρτερικότητα τῶν ἁγίων, οἱ δέκα στρατιῶτες ποὺ τοὺς βασάνιζαν μεταστράφηκαν στὴν πίστη καὶ ἐκτελέστηκαν.
Ὁ Λικίνιος ἔστειλε κατόπιν τοὺς δύο ἁγίους στὸν διοικητὴ Λύκωνα ὁ ὁποῖος πρόσταξε νὰ τοὺς ρίξουν σὲ ἕνα βαθὺ πηγάδι, ὅπου οἱ ἅγιοι μάρτυρες παρέδωσαν τὴν γενναία ψυχὴ τους στὸν Χριστὸ εὐχαριστώντας τὸν Θεὸ καὶ προσευχόμενοι γιὰ τοὺς χριστιανούς. Μετὰ τὸν διωγμό, τὰ σώματά τους βρέθηκαν ἄφθορα ἀναδίδοντας οὐράνια εὐωδία.
Πηγή : galilea.gr-Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας